Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

κοντινό απέραντο παρελθόν

ήχος καλοκαιρινής βροχής. το φως ατάραχο, ανάμεσα στη ροή των νερών. η μυρωδιά από χώμα με ταξιδεύει ακόμα, είναι η αγνότητα και η αλήθεια της που χαράζουν πορεία στις σκέψεις μου. χοντρές οι φουσκάλες νερού στο έδαφος, παίζουν σαν μικρά παιδιά στο νερό. τυχαίες στιγμές, αβιάστες κουβέντες, ήρεμη διαδρομή, ο χρόνος κυλάει νωχελικός. τι άδοξα γεννιέται και χάνετε η αλήθεια;

Σχόλια

Ο χρήστης Simos Evdaimon είπε…
"τι άδοξα γεννιέται και χάνετε η αλήθεια;"
πόσο πολύ μ αγγίζουν αυτές οι λίγες λέξεις !!!!!!!!!

Απίστευτη και η ηχητική επιλογή σου που έντυσε αυτο τον στίχο!!!

Ευχαριστούμε !!!! Συνέχισε να μας ταξιδεύσεις και να χαμογελάς πάντα με την καρδιά σου :-)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

αφηρημένος λόγος

θολή σιωπή . το βλέμμα αφηρημένο . αντάμωμα ξένο σε ουρανό γαλανό . υγρό στοιχείο . στάσιμο χρόνια . φιγούρες ενώνει, σκορπά το σφυγμό . ατέλειωτες ώρες . σε λίγα λεπτά . μετρούνε οι μέρες, τα μάτια σκυφτά . όραση λαβωμένη και η ακοή φυλακή . στο άγγιγμα αρνούνται να δώσουν πνοή . άλμα στο χρόνο . τόποι αλλοτινοί . οι θύμησες νότες ηχούν μια στιγμή ...

μονόλογος

γεννιέσαι δειλός και μόνος. ζεις ρομαντικά την μοναξιά σου και συνηθίζεις να μετριάζεις τον αυθορμητισμό σου με μουδιασμένες κινήσεις, λέξεις, φωνές. τώρα τέλος.

ο κήπος

που να μιλήσεις μικρέ μου κήπε; ποιους να αγγίζεις άδειε ουρανέ; ονειρεμένες Κυριακές μας ανταμώνουν και μας χωρίζουν βιαστικές αναπνοές. ούτε γελάς, ούτε πονάς. μόνο στα βήματα σιωπάς και περιμένεις την επόμενη στροφή για να ρωτήσεις. δεν απαντάς, μόνο κοιτάς, αληθινές ματιές για ν’ αντικρίσεις. χρόνοι στο χθες, μαύρες σκιές, άμισθες ώρες σου δωρίσαν τη γαλήνη. τώρα γυρνάς, μόνο κοιτάς και νοσταλγείς την ώρα να τη ζήσεις. αναριγάς, δρόμοι νερά, φύλλα φτερά, δέντρα σα σκιάχτρα, μια πόλη έχουν μεθύσει. μάσκες φορούν, δεν είν’ εχθροί, από ντροπή μη και τυχόν τ’ αναγνωρίσεις. τώρα τους βλέπω καθαρά και προς τη δύση. είναι ορθάνοιχτες καρδιές δεν έχουν κλείσει. υπομονή, ανθίζει η γη, ανθίζεις κήπε μου μικρέ για να γεμίσεις, του ουρανού, του στεναγμού και της ανείπωτης χαράς την άδεια ρήση.