Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

άνευ τίτλου #2

φθινόπωρο. πόσο μου αρέσει αυτή η εποχή. βροχερό νυχτερινό τοπίο, η κούραση κουρνιάζει μέσα μου, ο ήχος του νερού αγαπημένος απόηχος ονείρων. ξεχωριστές μουσικές συντροφιά με κουβέντες ήσυχες, αγνές. λίγο πιο πέρα μια πόρτα, άγνωστης διαδρομής, κλειδωμένη. δεν έχω το κλειδί. ίσως δεν θα το έχω ποτέ. άγνωστο. χαίρομαι που κάθομαι στη θέση αυτή, του ανέμελου θεατή. θέλω να πάω σινεμά και έξω να βρέχει. το θέλω πολύ. να μετράω τα βήματα μου στα νερά του πεζοδρομίου, να κοιτάω τις φωτεινές βιτρίνες βιβλιοπωλείων, να χαζεύω τους βιαστικούς περαστικούς, να σέρνω τα πόδια μου στο δρόμο, να ονειρεύομαι τραγούδια, να μιλάω σιγανά στον εαυτό μου, να χαμογελώ, να περιμένω με θρησκευτική ευλάβεια το πράσινο φανάρι των πεζών, να περνάω μόνο από τις γραμμές των διαβάσεων, να καθήσω σ’ ένα ζεστό  μαγαζί, να παραγγείλω ένα διπλό ελληνικό καφέ, να φωτογραφίσω με λέξεις τις στιγμές. σ’ ευχαριστώ!

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
http://www.youtube.com/watch?v=GtxcguXU6cs

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

αφηρημένος λόγος

θολή σιωπή . το βλέμμα αφηρημένο . αντάμωμα ξένο σε ουρανό γαλανό . υγρό στοιχείο . στάσιμο χρόνια . φιγούρες ενώνει, σκορπά το σφυγμό . ατέλειωτες ώρες . σε λίγα λεπτά . μετρούνε οι μέρες, τα μάτια σκυφτά . όραση λαβωμένη και η ακοή φυλακή . στο άγγιγμα αρνούνται να δώσουν πνοή . άλμα στο χρόνο . τόποι αλλοτινοί . οι θύμησες νότες ηχούν μια στιγμή ...

μονόλογος

γεννιέσαι δειλός και μόνος. ζεις ρομαντικά την μοναξιά σου και συνηθίζεις να μετριάζεις τον αυθορμητισμό σου με μουδιασμένες κινήσεις, λέξεις, φωνές. τώρα τέλος.

ο κήπος

που να μιλήσεις μικρέ μου κήπε; ποιους να αγγίζεις άδειε ουρανέ; ονειρεμένες Κυριακές μας ανταμώνουν και μας χωρίζουν βιαστικές αναπνοές. ούτε γελάς, ούτε πονάς. μόνο στα βήματα σιωπάς και περιμένεις την επόμενη στροφή για να ρωτήσεις. δεν απαντάς, μόνο κοιτάς, αληθινές ματιές για ν’ αντικρίσεις. χρόνοι στο χθες, μαύρες σκιές, άμισθες ώρες σου δωρίσαν τη γαλήνη. τώρα γυρνάς, μόνο κοιτάς και νοσταλγείς την ώρα να τη ζήσεις. αναριγάς, δρόμοι νερά, φύλλα φτερά, δέντρα σα σκιάχτρα, μια πόλη έχουν μεθύσει. μάσκες φορούν, δεν είν’ εχθροί, από ντροπή μη και τυχόν τ’ αναγνωρίσεις. τώρα τους βλέπω καθαρά και προς τη δύση. είναι ορθάνοιχτες καρδιές δεν έχουν κλείσει. υπομονή, ανθίζει η γη, ανθίζεις κήπε μου μικρέ για να γεμίσεις, του ουρανού, του στεναγμού και της ανείπωτης χαράς την άδεια ρήση.