χρόνια προσμένεις δυο χειμώνες πλάι πλάι. και μια άνοιξη μονάχη για καιρό. στου φθινοπώρου τ’ απογεύματα αν μπορούσα πάντα θα κούρνιαζα τον άλλον μου εαυτό. όχι δεν θέλω καλοκαίρια να περνάνε, μ’ αρέσει η ειλικρίνεια του βοριά. στο πρωτοβρόχι όλα τα πρόσωπα λυγάνε και περιμένουν να βρεθούνε συντροφιά. μα εσύ κλειδώθηκες σ’ ένα βουβό ταξίμι, που ορίζει πάντα σιωπηλά ένα σκοπό. που να μιλήσεις; σε ποια παιδιά; ποιος μίτος; ποιας Αριάδνης η άγνωστη βουλή μας φέρνει πίσω; τι να τους πεις; ποιο νόημα έχει αξία; στάσου στην πλώρη τ’ ουρανού, δες το διπλό φεγγάρι. ψέλλισε λόγια από σιωπή και βούτα τα όνειρα σου σε πηγάδι.
δικαιώθηκαν οι άλλοι. μας λογάριασαν μικρούς. δεν μας δίνει σημασία ούτε η βροχή. ξέχασες την ανάσα της σελήνης. θόλωσε στο βλέμμα σου το σ’ αγαπώ. στέγνωσε το φιλί στα όνειρα σου. πάντοτε θα νοσταλγείς αυτό για το οποίο δεν τόλμησε να αρθρώσεις μιλιά . που είναι εκείνες οι νύχτες; πότε θα κεράσουμε νότες στο γιαλό; οι φωνές μας μουδιασμένες προβάλουν δειλές. μη με κοιτάς, δεν έχω τι να πω. μη μου μιλάς, τη γλώσσα μου δεν έμαθα να λύνω. πρόσφυγας εγώ, ντόπια η σιωπή, με καλοδέχτηκε και λέω να τη τιμήσω...
Σχόλια
Μια τέτοια κι αυτό το γραπτό που ... όπως μας συνηθισες πια ...αγγίζει βαθιά... πολύ βαθιά.
Ευχαριστούμε...
απλά...σ' ευχαριστώ ειλικρινά! :)