Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

"..πιο βαθιά κρύβω καημούς"

Κινήσεις κυνικού εγωισμού. Εμείς εδώ, εσύ μόνος. - Θέλει ταλέντο τελικά να βρίσκεις ανθρώπους. - Κάποιες στιγμές η κιθάρα μου μοιάζει με δήμιο. Δεμένη ψυχή. Λεπίδες χορδές περιμένουν να πέσει το σήμα. Κάποιοι πιο πέρα, ανάσες δεσμεύουν να λεν πως υπάρχουν. Αρέσκονται να νιώθουν πως σε προστάζουν. Μετράω. Αρχίζω απ’ το ένα. Η μέρα χαράζει. Το αύριο είναι εδώ. Το πάλι ζυγώνει, είναι φόβος. Μια μάσκα! Αυτή θα με σώσει. Τα δάκρυα να κρύψει, πλημμύρες σαν ορίζουν εντός μου. Μα πάλι στο τέλος συνήθεια στοιχειωμένη η φράση «αντίο! τα λέμε…»...γιατί όμως;

Σχόλια

Ο χρήστης Simos Evdaimon είπε…
Συνεχίζεις να με εκπλησεις με την διαύγεια του λόγου σου !!!
Τόσο συμπικνωμένος που κάθε ανάγνωση του με ταξιδεύει σε καινούριους δρόμους.

καλό σου ταξίδι ως τον επόμενο στίχο που θα μας χαρίσεις.
Ο χρήστης Sotiris R. είπε…
σ' ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση και τα λόγια σου, φίλε μου!

καλό μας ταξίδι..και ν' ανταμώνουμε!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

αφηρημένος λόγος

θολή σιωπή . το βλέμμα αφηρημένο . αντάμωμα ξένο σε ουρανό γαλανό . υγρό στοιχείο . στάσιμο χρόνια . φιγούρες ενώνει, σκορπά το σφυγμό . ατέλειωτες ώρες . σε λίγα λεπτά . μετρούνε οι μέρες, τα μάτια σκυφτά . όραση λαβωμένη και η ακοή φυλακή . στο άγγιγμα αρνούνται να δώσουν πνοή . άλμα στο χρόνο . τόποι αλλοτινοί . οι θύμησες νότες ηχούν μια στιγμή ...

μονόλογος

γεννιέσαι δειλός και μόνος. ζεις ρομαντικά την μοναξιά σου και συνηθίζεις να μετριάζεις τον αυθορμητισμό σου με μουδιασμένες κινήσεις, λέξεις, φωνές. τώρα τέλος.

ο κήπος

που να μιλήσεις μικρέ μου κήπε; ποιους να αγγίζεις άδειε ουρανέ; ονειρεμένες Κυριακές μας ανταμώνουν και μας χωρίζουν βιαστικές αναπνοές. ούτε γελάς, ούτε πονάς. μόνο στα βήματα σιωπάς και περιμένεις την επόμενη στροφή για να ρωτήσεις. δεν απαντάς, μόνο κοιτάς, αληθινές ματιές για ν’ αντικρίσεις. χρόνοι στο χθες, μαύρες σκιές, άμισθες ώρες σου δωρίσαν τη γαλήνη. τώρα γυρνάς, μόνο κοιτάς και νοσταλγείς την ώρα να τη ζήσεις. αναριγάς, δρόμοι νερά, φύλλα φτερά, δέντρα σα σκιάχτρα, μια πόλη έχουν μεθύσει. μάσκες φορούν, δεν είν’ εχθροί, από ντροπή μη και τυχόν τ’ αναγνωρίσεις. τώρα τους βλέπω καθαρά και προς τη δύση. είναι ορθάνοιχτες καρδιές δεν έχουν κλείσει. υπομονή, ανθίζει η γη, ανθίζεις κήπε μου μικρέ για να γεμίσεις, του ουρανού, του στεναγμού και της ανείπωτης χαράς την άδεια ρήση.