Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ταξίδι

ταξίδεψα, ανατάραξα μερικές σκιές και κάθισα.
τρόμαξα να κοιτάξω το βλέμμα, πάντοτε δυσκολεύομαι να δω τα μάτια.
συνήθως. συνήθως πάντα. συνήθως κάθε φορά.
ήρθα ως εκεί, έζησα σαν παιδί, γιόρτασα τη στιγμή, έφυγα νωρίς το πρωί.
το μέρος αυτό πάντοτε μου γεννά μια ταραχή.
είμαι και δεν είμαι. μένω και δε μένω.
αγαπώ, δεν αγαπώ. συγκινούμαι, δε συγκινούμαι.
είναι από τα μέρη που λες, «θα ξαναρθώ, άλλος» και πάντα έρχεσαι ίδιος. φεύγεις ίδιος.
νοσταλγείς. έρχεσαι ίδιος ξανά και φτου κι απ’ την αρχή.

μια ιεροτελεστία: να περπατήσεις εκεί. να καθίσεις εκεί. να στοχαστείς στα σκαλοπάτια δίπλα στη θάλασσα, με την γνωστή ερωτευμένη θέα. να σιγοτραγουδήσεις. να χαθείς, να χαθείς, να χαθείς στα μονοπάτια.
όλα έχουν τη θέση τους, την βαρύτητα τους, την αξία τους.
τα τηρείς όλα, με ευλάβεια. ένα παιχνίδι τα ταξίδια μου ακόμα.
μια σειρά προς την ολοκλήρωση αυτού που ονειρεύεσαι, αυτού που φαντάζεσαι.
σαν μονόπρακτο έργο δίχως επανάληψη, δίχως θεατές.

τέλος για φέτος. καλή αντάμωση να ‘χουμε.
..και να δεις που πάλι ίδιος θα έρθω!
το υπόσχομαι.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

αφηρημένος λόγος

θολή σιωπή . το βλέμμα αφηρημένο . αντάμωμα ξένο σε ουρανό γαλανό . υγρό στοιχείο . στάσιμο χρόνια . φιγούρες ενώνει, σκορπά το σφυγμό . ατέλειωτες ώρες . σε λίγα λεπτά . μετρούνε οι μέρες, τα μάτια σκυφτά . όραση λαβωμένη και η ακοή φυλακή . στο άγγιγμα αρνούνται να δώσουν πνοή . άλμα στο χρόνο . τόποι αλλοτινοί . οι θύμησες νότες ηχούν μια στιγμή ...

μονόλογος

γεννιέσαι δειλός και μόνος. ζεις ρομαντικά την μοναξιά σου και συνηθίζεις να μετριάζεις τον αυθορμητισμό σου με μουδιασμένες κινήσεις, λέξεις, φωνές. τώρα τέλος.

ο κήπος

που να μιλήσεις μικρέ μου κήπε; ποιους να αγγίζεις άδειε ουρανέ; ονειρεμένες Κυριακές μας ανταμώνουν και μας χωρίζουν βιαστικές αναπνοές. ούτε γελάς, ούτε πονάς. μόνο στα βήματα σιωπάς και περιμένεις την επόμενη στροφή για να ρωτήσεις. δεν απαντάς, μόνο κοιτάς, αληθινές ματιές για ν’ αντικρίσεις. χρόνοι στο χθες, μαύρες σκιές, άμισθες ώρες σου δωρίσαν τη γαλήνη. τώρα γυρνάς, μόνο κοιτάς και νοσταλγείς την ώρα να τη ζήσεις. αναριγάς, δρόμοι νερά, φύλλα φτερά, δέντρα σα σκιάχτρα, μια πόλη έχουν μεθύσει. μάσκες φορούν, δεν είν’ εχθροί, από ντροπή μη και τυχόν τ’ αναγνωρίσεις. τώρα τους βλέπω καθαρά και προς τη δύση. είναι ορθάνοιχτες καρδιές δεν έχουν κλείσει. υπομονή, ανθίζει η γη, ανθίζεις κήπε μου μικρέ για να γεμίσεις, του ουρανού, του στεναγμού και της ανείπωτης χαράς την άδεια ρήση.